- εκπομπή
- Η παραγωγή και η εξαπόλυση ενέργειας από κάποια πηγή· η μετάδοση προγράμματος από ραδιοφωνικό ή τηλεοπτικό πομπό.
ε. ακτινοβολίας. Ε. ακτινοβόλου ενέργειας, που μεταδίδεται με ηλεκτρομαγνητικά κύματα. Προέρχεται από ηλεκτρικά φορτία και οφείλεται, σε μικροσκοπική κλίμακα, στην επιταχυνόμενη κίνησή τους. Στην ατομική κλίμακα υπάρχει δυνατότητα ακτινοβολίας κατά τη μεταπήδηση ηλεκτρικών φορτίων από μία ενεργειακή στάθμη σε άλλη, χαμηλότερης ενέργειας. Οποιαδήποτε ουσία, όταν διεγερθεί κατάλληλα (π.χ. αν θερμανθεί σε υψηλό σημείο ή υποβληθεί στη δράση ηλεκτρικών εκκενώσεων) παράγει ακτινοβολία. Τα στερεά και τα υγρά διαφέρουν γενικά από τα αέρια, επειδή έχουν την ιδιότητα να εκπέμπουν ακτινοβολία που περιέχει όλες τις συχνότητες (συνεχές φάσμα), ενώ στα αέρια κυριαρχεί η ακτινοβολία που περιέχει μόνο καθορισμένες συχνότητες (διακεκριμένο φάσμα, φασματικές γραμμές). Στην πρώτη περίπτωση η ακτινοβολία οφείλεται στην παρουσία ηλεκτρικών φορτίων, στο εσωτερικό ενός στερεού ή υγρού, τα οποία βρίσκονται σε θερμική κίνηση. Επίσης εκπέμπουν φωτεινή ενέργεια με τη μορφή ηλεκτρομαγνητικών κυμάτων όλων των συχνοτήτων, με ένα μέγιστο έντασης που ποικίλλει κατά συχνότητα ανάλογα με τη θερμοκρασία του σώματος. Η παρουσία φορτίων σε θερμική κίνηση εξηγείται εφόσον η μικρότερη ενδομοριακή απόσταση, χαρακτηριστική της στερεής και υγρής κατάστασης, καταστρέφει τις συμμετρίες των απομονωμένων ατόμων ή μορίων, επιτρέποντας μια μεγαλύτερη δυνατότητα αταξίας στα φορτία που τα απαρτίζουν.
Στην αέρια κατάσταση όμως τα άτομα και τα μόρια παραμένουν μάλλον απομονωμένα και η ακτινοβολία θα εμφανιστεί μόνο αν σε ιδιαίτερες περιπτώσεις προκληθούν μεταπηδήσεις μεταξύ των κβαντικών επιπέδων του ίδιου ατόμου.
ε. ηλεκτρονίων ηλεκτρονική ε. Η απελευθέρωση ηλεκτρονίων από ένα μεταλλικό συνήθως σώμα και η ελεύθερη κίνησή τους στον χώρο που περιβάλλει το σώμα. Ανάλογα με τη μορφή της ενέργειας που είναι αναγκαία για την έξοδο των ηλεκτρονίων από το σώμα (έργο εξαγωγής), διακρίνουμε διάφορους τρόπους ε.: δευτερογενής ε. ηλεκτρονίων· θερμική ε. ηλεκτρονίωνθερμιονική ε.· φωτοηλεκτρική ε. και ε. με την επίδραση ηλεκτρικού πεδίου. Όταν το σώμα βρεθεί σε ένα αρκετά ισχυρό ηλεκτρικό πεδίο, τότε το έργο που απαιτείται για την απόσπαση ηλεκτρονίων από το σώμα υποβιβάζεται, με αποτέλεσμα να διευκολύνεται πολύ η εξαγωγή ή και να γίνεται αυτόματα.
ε. μίας πλευρικής ζώνης. Η ε. μόνο μίας από τις δύο πλευρικές ζώνες, οι οποίες παράγονται από τη διαμόρφωση πλάτους ενός φέροντος κύματος, ενώ η άλλη παραμένει στον πομπό και δεν εκπέμπεται. Το φασματικό περιεχόμενο μίας και μόνο ζώνης περιέχει, σύμφωνα με τις ιδιότητες του μετασχηματισμού Φουριέ, όλη την πληροφορία που περιείχε το αρχικό μας σήμα. Στον δέκτη απαιτείται η τεχνητή επανεισαγωγή του φέροντος κύματος, ύστερα από συνδυασμό της πλευρικής ζώνης με μια τοπικά παραγόμενη ταλάντωση (πολλαπλασιασμός με έναν φορέα συνημιτόνου). Η συχνότητα της τελευταίας πρέπει να είναι όσο γίνεται πιο κοντά προς τη συχνότητα του αρχικού φέροντος κύματος. Τα κύρια προτερήματα αυτής της μεθόδου ε., σε σχέση με την ε. στην οποία εκπέμπονται και το φέρον και οι δύο πλευρικές ζώνες (ε. δύο πλευρικών ζωνών), είναι η μείωση στην ισχύ του πομπού (αφού δεν εκπέμπεται το φέρον και μία πλευρική ζώνη) και ο περιορισμός του εύρους ζώνης που απαιτείται για την ε. των σωμάτων μέσα σε μία καθορισμένη ζώνη συχνοτήτων.
ε. πεδίου. Ένα είδος ε., στην οποία η παρουσία ενός ισχυρού εξωτερικού ηλεκτρικού πεδίου ελαττώνει το φράγμα δυναμικού στην επιφάνεια του εκπομπού (φαινόμενο Σότκι) και επιτρέπει στα ηλεκτρόνια να απομακρυνθούν από την επιφάνεια. Η παραμόρφωση του φράγματος δυναμικού σε αρκετά μεγάλες τιμές του επιταχύνοντος πεδίου προκαλεί μείωση του εύρους του φράγματος και κάνει δυνατή, στις συνήθεις θερμοκρασίες, την εμφάνιση του φαινομένου σήραγγας, με αποτέλεσμα να ελευθερώνονται περισσότερα ηλεκτρόνια. Η πυκνότητα ρεύματος j δίνεται από τη σχέση: j = aE2 e-b/E, όπου Ε το ηλεκτρικό πεδίο και a,b ποσότητες προσεγγιστικά σταθερές.
Για να παρατηρηθεί ε. πεδίου απαιτούνται πολύ υψηλά πεδία, της τάξης των 1.010 βολτ/μ., που δημιουργούνται συνήθως με την τοποθέτηση ακίδων σε περιοχές υψηλών δυναμικών. Η ε. πεδίου λέγεται επίσης και αυτοεκπομπή, καθώς και ψυχρή ε.
μικροσκόπιο ε. πεδίου. Όργανο για την παρατήρηση της επιφανειακής δομής ενός στερεού, με την πρόκληση ε. πεδίου υπό την επίδραση υψηλών τοπικών ηλεκτρικών πεδίων. Τα ηλεκτρόνια της ε. επιταχύνονται έως μία οθόνη, όπου προκαλούν φθορισμό. Τα ηλεκτρόνια αυτά εγκαταλείπουν την επιφάνεια κατά διευθύνσεις κάθετες προς αυτήν και αν ra είναι η ακτίνα του άκρου της ακίδας και to η απόστασή του από την οθόνη, τότε το είδωλο της επιφάνειας του άκρου προβάλλεται στην οθόνη με γραμμική μεγέθυνση to/ra. Η διακριτική ικανότητα περιορίζεται από τις ταλαντώσεις των ατόμων του μετάλλου και γι’ αυτό, το άκρο συνήθως ψύχεται σε θερμοκρασίες υγρού ηλίου ή υδρογόνου. Τα ξεχωριστά άτομα δεν μπορούν να διακριθούν, αλλά παρατηρείται μία κανονική διάταξη φωτεινών και σκοτεινών κηλίδων που αντιστοιχούν σε περιοχές του άκρου με διαφορετικές συναρτήσεις έργου. Οι κηλίδες αυτές μπορούν να εξηγηθούν από την ύπαρξη των διαφόρων κρυσταλλικών επιπέδων πάνω στη μεταλλική επιφάνεια.
ραδιοτηλεοπτική ε. Μεταβίβαση ήχου ή ήχου και εικόνας (τηλεόραση) με τη βοήθεια ηλεκτρομαγνητικών κυμάτων. Βλ. λ. ασύρματη επικοινωνία· ραδιοφωνία· τηλεόραση.
συντελεστής ε. (ε). Ο λόγος της ισχύος ανά μονάδα επιφάνειας που εκπέμπεται από την επιφάνεια ενός σώματος, για ορισμένο μήκος κύματος, προς την ισχύ που εκπέμπεται στο ίδιο μήκος κύματος από ένα μελανό σώμα στην ίδια θερμοκρασία. Ο συντελεστής ε. εξαρτάται από το υλικό και τη θερμοκρασία και αφορά μόνο την ακτινοβολία που παράγεται από τη θερμική διέγερση των ατόμων, των μορίων κλπ.
φάσμα ε. Το φάσμα της ακτινοβολίας που εκπέμπει ένα σώμα, εξαιτίας των μεταβολών στις στάθμες ενέργειας των ατόμων και των μορίων τα οποία το αποτελούν. Οι μεταβολές αυτές γίνονται με μεταπτώσεις από μία διεγερμένη κατάσταση σε μία κατάσταση χαμηλότερης ενέργειας, συνήθως στη θεμελιώδη κατάσταση. Τα φάσματα ε. δημιουργούνται όταν τα άτομα διεγερθούν από κάποια πηγή ενέργειας, όπως η θερμότητα, ο βομβαρδισμός με ηλεκτρόνια ή ακτίνες X.
* * *η (AM ἐκπομπή)το να εκπέμπεται κάτι, να εξαπολύεται ή να αποστέλλεται προς τα έξωνεοελλ.1. παραγωγή ακτινοβολίας από κάποια πηγή και διάδοσή της στον χώρο2. μεταβίβαση ήχου και εικόνας με τη βοήθεια ηλεκτρομαγνητικών κυμάτων3. όρος τής νεοπλατωνικής και τής γνωστικής φιλοσοφίας που σημαίνει ότι από το απόλυτο εκπορεύονται με ακτινοβολία όλα τα σχετικά και από τον θεό όλα τα κατώτερα όντα, η απορροήαρχ.1. αποπομπή, διώξιμο συζύγου2. εξόρμηση για επιδρομή.
Dictionary of Greek. 2013.